13 Φεβρουαρίου 1944 : Το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ δολοφονεί δεκάδες Έλληνες στα Κομνηνά Κοζάνης και καταστρέφει το χωριό

Μία από τις
πολλές αδικαιολόγητες και άδικες εκτελέσεις Ελλήνων, στη Δυτική Μακεδονία,
πραγματοποιήθηκε στα Κομνηνά της επαρχίας Εορδαίας, τον τελευταίο χρόνο της
γερμανικής κατοχής. Ένα αμιγώς προσφυγικό χωριό, με ελάχιστους ντόπιους και
παλαιότερη ονομασία Ούτσενα, με τους πρόσφυγες προερχόμενους από τον Πόντο, να
το μετονομάζουν σε Κομνηνά, προς τιμήν των Κομνηνών αυτοκρατόρων της
Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1922 ήρθαν με την ανταλλαγή πληθυσμών,
πρόσφυγες από χωριά της Τραπεζούντας, του Πόντου και της επαρχίας
Νίγδη του Ικονίου (Καππαδοκία).
Τα Κομνηνά
και κυρίως στην άνω συνοικία (μαχαλά) όπου ζούσαν οι Νιγδέληδες, δεν ήταν
πρόσφορο έδαφος και για αυτό το λόγο, αρκετοί Νιγδελήδες εκεί, ήταν καπνέμποροι
και κτηνοτρόφοι. Στα τέλη Νοεμβρίου του 1943 ο ΕΛΑΣ αντί να χτυπήσει τους
Γερμανούς που βρίσκονταν κάποια χιλιόμετρα έξω από το χωρίο, επιλέγει να τους
παρατήσει ατουφέκιστους, κάνοντας μια μικρή επιδρομή σε αυτό, τρομοκρατώντας
τους χωρικούς για να τους επιβληθεί και πλιατσικολογεί ότι βρίσκει. Πλέον όλοι
κατάλαβαν ότι είναι ανεπιθύμητοι οι κομμουνιστές και το ΕΑΜ στα Κομνηνά, αλλά
πολλοί καθησύχασαν τους συγχωριανούς τους, θεωρώντας ότι η βία που δέχτηκαν
ήταν ένα λάθος λόγω των συνθηκών του βουνού. Το ΕΑΜ όμως και το τσούρμο ενόπλων
που διέθετε, ήθελε πάση θυσία, να εγκαθιδρύσει την παρουσία του στην
περιοχή.
Ο ΕΛΑΣ έκανε
αυτό το τρομοκρατικό χτύπημα στα Κομνηνά, γιατί είδε ότι η συμμετοχή των
χωρικών σε αυτόν και το ΕΑΜ, τόσο σε ομιλίες όσο και σε μαζικότητα, ήταν
μηδαμινή. Έπρεπε να φοβηθούν οι Κομνηνιώτες για την ίδια τους τη ζωή και να
γίνουν μέλη στο τοπικό ΕΑΜ, ώστε να πάψουν να θεωρούνται ύποπτοι. Άνθρωποι οι
οποίοι μέχρι την προηγούμενη μέρα ήξεραν μόνο πόσα πρόβατα θα βοσκήσουν,
ξαφνικά βρέθηκαν σε μια φοβική κατάσταση. Είναι ξεκάθαρη περίπτωση Κόκκινης
Τρομοκρατίας, καθώς τον Νοέμβριο του 1943 δεν υπήρξαν θύματα, παρά μόνο απειλές
και επίδειξη δύναμης σε ανυπεράσπιστους αγρότες.
Σύμφωνα με
μαρτυρίες κατοίκων των Κομνηνών «Στην πλατεία του χωριού μαζεύονταν όλοι οι
τεμπέληδες και οι ανεπρόκοποι κομμουνιστές, που ξημεροβράδιαζαν στα καφενεία
και ζήλευαν αυτούς που είχαν χωράφια και ζώα, αλλά οι ίδιοι ποτέ δεν πήγαιναν
να δουλέψουν. Τότε ήρθε το ΕΑΜ στο χωριό και σε μια ομιλία, υποσχέθηκε σε όλους
αυτούς τους χαραμοφάηδες, ότι αν πάνε στα ανταρτικά, θα πάρουν όλες τις
περιουσίες και τα σπίτια των ‘’πλουσίων’’ και θα γίνουν οι ίδιοι πλούσιοι.»
Τότε ήταν που στα μάτια πολλών αγροτών οι κομμουνιστές και γενικότερα το
ΕΑΜ/ΕΛΑΣ φάνηκε αμφίβολο στήριξης.
Το κακό δεν
άργησε να γίνει καθώς στις αρχές του 1944 ένοπλη ομάδα ΕΛΑΣιτών εισέβαλε στο
χωριό και έπιασαν όμηρο τον Πρόεδρο της κοινότητας. Ο λόγος ήταν η απόφαση του
να μην θεωρηθούν τα Κομνηνά κομμουνιστικό χωρίο ενταγμένο στο ΕΑΜ, καθώς δεν
εξέφραζε την πλειοψηφία των χωρικών και ο ίδιος ήθελε να μείνει ουδέτερος.
Τελικά με απειλές και με ύβρεις τον άφησαν ελεύθερο, όμως δεν κράτησε για πολύ
η ελευθερία του. Λίγες βδομάδες αργότερα, εξαιτίας κάποιων τοπικών διαφορών με
το γειτονικό χωριό Πελαργός, 7 χωρικοί του δεύτερου, τον αιχμαλώτισαν και έξω
από το χωριό τον εκτέλεσαν.
Ο κ.
Δημήτρης που τότε ήταν 14 ετών αναφέρει «Ήθελαν με το ζόρι να είμαστε όλοι
κομμουνιστές και να τους δίνουμε ότι έχουμε αλλιώς μας έλεγαν Τούρκους και
δοσίλογους. Το Φεβρουάριο οι κομμουνιστές σκότωσαν γυναίκες και παιδιά. Αθώα
παιδιά. Εμείς κρυβόμασταν όλοι σε υπόγεια και καταφύγια που είχαμε φτιάξει. Θα
μας σκότωναν όλους τους Νιγδελήδες αυτοί.»
Θυμίζουμε
επίσης ότι στα Κομνηνά, ο συνήγορος του κοινοτάρχη, είχε στείλει τηλεγράφημα
στο γειτονικό χωριό Πελαργός, αλλά και στον ίδιο τον έπαρχο Εορδαίας, τον
Ιανουάριο του 1944 και μεταξύ άλλων ανέφερε ‘’Στας οικίας των Κομνηνών το ΕΑΜ
ήτο πολιτικά ανεπιθύμητον’’. Προέβη σε αυτή την παράτολμη, για τα δεδομένα
πράξη, καθώς γνώριζε τη βία των κομμουνιστών. Άλλωστε ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ
Γεώργιος Σιάντος ήταν ο πρώτος που είπε το ‘’Πας μη ΕΑΜίτης, Γκεσταπίτης’’.
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι όποιος δεν ήθελε να γίνει κομμουνιστής και δεν
προσκυνούσε το ΕΑΜ ή δεν ήταν ένοπλο μέλος στον ΕΛΑΣ, απευθείας θεωρούταν
εχθρός και έπρεπε να εξοντωθεί.
Με τον όρο
αντιδραστικός, χαρακτηριζόταν όποιος δεν ακολουθούσε το ΕΑΜ. Όποιος
αντιδρούσε ή τους προσέθετε αρνητικά, αυτομάτως ήταν αντιδραστικός και το χωριό
στο οποίο κατοικούσε ύποπτο. Αντιδραστικοί χαρακτηρίζονταν ακόμη και για προληπτικούς
λόγους, άνθρωποι που θεωρούσαν οι αντάρτες ύποπτους, αυτών που ζούσαν έξω
από τη ζώνη των ανταρτόφιλων χωριών αλλά και αυτούς που στην ερώτηση των
τοπικών μελών του ΕΑΜ ‘’είσαι κομμουνιστής;’’ Αυτοί απαντούσαν αρνητικά με ένα
όχι.
Με το
σύνθημα ‘’θα κόψουμε και το τελευταίο ρουθούνι αντίδρασης’’ ο καπετάν
Κολοκοτρώνης που είχε το καπετανιλίκι στο 2ο τάγμα του 16ο συντάγματος
του ΕΛΑΣ, αποφάσισε να επιτεθεί κατά απόκρημνων και ορεινών χωριών. Σε αυτά
μπορούσε ευκολότερα να αρπάξει οκάδες τροφή, ρούχα, παπούτσια, ζώα κ.α χωρίς να
τον εμποδίζει κανένας. Ουσιαστικά ήθελε να τρομοκρατήσει τον απλό πληθυσμό της
υπαίθρου, που αρνούνταν τον κομμουνισμό, καθώς υπήρχε ο φόβος, ότι μελλοντικά
θα έμπαιναν εμπόδιο στα σχέδια του ΕΑΜ και στην απόλυτη ελευθερία κινήσεων του
ΕΛΑΣ, στην περιοχή. Το 2/16 τάγμα αριθμούσε περίπου 400 αντάρτες στο σύνολο.
Εξάλλου αυτό
που έγινε στα Κομνηνά στις 13/02/1944 δεν ήτανε μάχη αντιπάλων. Ήτανε
εγκληματική, δολοφονική ενέργεια μιας ένοπλης μερίδας Ελλήνων, οι οποίοι
τυφλωμένοι από το πάθος τους να επιβάλλουν την ιδεολογία τους και τη δικιά τους
ερμηνεία της στιγμής, έδειξαν καθαρή πρόθεση εξόντωσης αθώων συμπατριωτών τους.
.jpg)
ΚΥΡΙΑΚΗ 13
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1944 – Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Ήταν μια
κρύα νύχτα ενός βαρύ χειμώνα που έπληξε ολόκληρη τη Δυτική Μακεδονία. Από το
ξημέρωμα της προηγούμενης μέρας, μέχρι και αυτό της επόμενης, δεν σταμάτησε να
χιονίζει. Επικρατούσε ολικώς παγετός και το 2/16 τάγμα του ΕΛΑΣ, με καπετάνιο
τον Κωνσταντίνο Κολλίντζα (Καπετάν Κολοκοτρώνης) σχεδίαζε την εκμετάλλευση των
ανυποψίαστων κατοίκων των Κομνηνών. Από το απόγευμα οι χωρικοί έβλεπαν
περίεργες και ύποπτες ενέργειες κάποιων κομμουνιστών του χωριού και τη
διακίνηση ορισμένων εγγράφων, από πρόσωπα που ήταν φιλικά προσκείμενα στο ΕΑΜ.
Όμως δεν μπορούσαν να διανοηθούν αυτό που επρόκειτο να συνέβαινε. Στις 22:00 το
βράδυ περίπου, ακούγεται ένας πυροβολισμός από τον δρόμο μεταξύ Κομνηνά –
Μεσόβουνου και μετά από λίγα δευτερόλεπτα 2 πυροβολισμοί από τον κάτω δρόμο
Κομνηνά – Ανατολικό. Αστραπιαία γίνεται αιφνίδια εισβολή ΕΛΑΣιτών, με τη
σημασία της επιδρομής, καθώς περισσότεροι από 250 κατέκλεισαν την
κάτω συνοικία του χωριού και την πλατεία με τα καφενεία. Έντρομοι οι κάτοικοι
κλείστηκαν στα σπίτια τους, ή όπου αλλού μπορούσαν να κρυφτούν. Κατέκλεισαν τα
καφενεία, έσπασαν το ένα από τα δύο υδραγωγεία του χωριού και ξεκίνησαν να
ανηφορίζουν προς τα πάνω που βρισκόταν η άνω συνοικία. Από τη μανία τους δεν
γλύτωσε ούτε το σχολείο των Κομνηνών, το οποίο έκαψαν ολοσχερώς, ρίχνοντας
παντού πετρέλαιο με μπετόνια. Με ένα μεγάφωνο στο στόμα, φώναζαν και
πυροβολούσαν στον αέρα λέγοντας «ακούτε ρε ακούτε ρε ο Παγωνάς θα σας σκοτώσει
όλους ρε ο Παγωνάς θα σας σκοτώσει» εννοώντας τον καπετάν Παγωνά του ΕΛΑΣ που
δρούσε στο Άνω Γραμματικό. Όσοι πρόλαβαν και κρύφτηκαν ή εγκατέλειψαν
γρήγορα το χωριό σώθηκαν, οι υπόλοιποι κλήθηκαν αντιμέτωποι με τη μανία των
ΕΛΑΣιτών.
Η
θρασυδειλία των κομμουνιστών έδειξε το πρόσωπο της εκείνο το βράδυ, καθώς αυτό
το μακελειό δεν προκλήθηκε από κανέναν Γερμανό, αλλά από το ΕΑΜ…
Μαρτυρίες
και αφηγήσεις που για το σκοπό της αμεσότητας, θα συγγραφούν όπως λήφθηκαν κατά
την αφήγηση.
Ο Πάτερ
Λάζαρος τη στιγμή της εισβολής βρισκόταν στην κεντρική εκκλησία του
χωριού. Διαπιστώνοντας ότι οι ΕΛΑΣίτες δεν μπήκαν στο χωριό με καλές προθέσεις,
και βλέποντας τα όπλα στα χέρια, ξεκίνησε να χτυπάει την καμπάνα
προειδοποιητικά για να ξυπνήσει το χωριό. Τότε καμιά 10αριά αντάρτες πήγαν εκεί
και τον έπιασαν. Η συζήτηση είχε ως εξής : Τι κάνεις ρε παπά γιατί χτυπάς την
καμπάνα; Για να ειδοποιήσω τους χωριανούς μου απάντησε. Τι να ειδοποιήσεις
βλέπεις να υπάρχει κανένας κίνδυνος; Τον ρωτάνε και χωρίς να προλάβει να απαντήσει,
τον σπρώχνουν για να πέσει κατά γης και τέλος τον εκτελούν, μπροστά στην
εκκλησιά.
Ο Χαράλαμπος
Σαρόγλου ο οποίος έφυγε από την ορεινή άκρη του χωριού και το μέρος που
κρυβόταν και έτρεξε στη συνοικία των Νιγδέληδων, για να προλάβει και να σώσει
τον αδερφό του Ανέστη Σαρόγλου, λέγοντας του ότι έρχονται οι αντάρτες.
Όμως τον ανακάλυψαν λίγο πριν φτάσει, φώναξαν από μακριά "εσύ π0υστ# γιατί
τρέχεις;" και τον πυροβόλησαν από μεγάλη απόσταση, τραυματίζοντας τον.
Αυτός τραυματισμένος κατάφερε έφτασε και τελικώς μπήκε μέσα στο σπίτι. Όμως οι
αντάρτες που βρίσκονταν κοντά, είδαν το σπίτι και μετά από λίγο εισέβαλαν σε
αυτό. Ο Ανέστης όμως είχε προλάβει να φύγει. Τελικώς τον βρήκαν σε ένα πατάρι,
τον σκότωσαν μέσα και τέλος έκαψαν και το σπίτι.
Ο Παναγιώτης
Σαρόγλου έτρεχε και αυτός με τη σειρά του, ψάχνοντας που να κρυφτεί. Στο
δρόμο συνάντησε ακόμα έναν νεαρό, τον Γεώργιο Χριστοδούλου και
τελικώς κρύφτηκαν μέσα σε έναν αχυρώνα, πίσω από τα ζώα και τα σιτάρια.
Δυστυχώς είχαν και αυτοί τραγική κατάληξη. Οι αντάρτες πέρασαν από εκεί και
φώναζαν ''Όσοι είστε μέσα θα λιώσετε" και έβαλαν φωτιά στον αχυρώνα.
Δυστυχώς για να μην καούνε ζωντανοί, τα δύο παιδιά βγήκαν έξω χωρίς να έχουν
άλλη επιλογή. Οι ελασίτες τους έπιασαν και τους εκτέλεσαν από απόσταση αναπνοής.
Ο Γεώργιος
Συμεωνίδης ο οποίος ήταν αγροφύλακας, βρισκόταν έξω από το σπίτι του με
τον γιό του Γιάννη Συμεωνίδη. Περίπου 10 αντάρτες τους ζήτησαν
οικοσυσκεκυές με τη χρήση όπλου και βίας, αλλά αρνήθηκαν να δώσουν, καθώς μόνο
με αυτά μπορούσαν να ζήσουν. Τους έπιασαν αιχμαλώτους, τους μετέφεραν στην
κοινότητα και εκεί τους κατακρεούργησαν, ρίχνωντας τους στη συνέχεια, μέσα σε
χαντάκι.
Ο Ιωάννης
Κιουρτσίδης βρισκόταν και αυτός κρυμμένος σπίτι του, ντυμένος με γυναικεία
ρούχα, μέχρι που οι αντάρτες έσπασαν την πόρτα και μπήκαν μέσα. Μόλις τον
ανακάλυψαν, τον μετέφεραν έντρομο στην πλατεία του χωριού και του πρόσταξαν να
φωνάξει "ζήτω το ΕΑΜ". Αυτός όμως δεν το έκανε και τον έσφαξαν με
κουζινικά μαχαίρια, ενώ για να είναι σίγουροι για τον φόνο, τον πυροβόλησαν 10
αντάρτες στη σειρά.
Ένας νεαρός
που λεγόταν Τούτογλου (μάλλον παρατσούκλι) ήταν στο δρόμο για να δει
την καταστροφή που προκαλούν οι ΕΛΑΣίτες. Τον έπιασαν και αυτόν και τον ρώτησαν
αν είναι ρουφιάνος και κατασκοπεύει πρόσωπα, με τον ίδιο φυσικά να απαντάει
αρνητικά. Επειδή όμως δεν πείστηκαν ήρθαν 20 αντάρτες και τον ρώτησαν
"είσαι κομμουνιστής;" και το παιδί απαντούσε συνεχώς "δεν
γνωρίζω από αυτά". Τον ξυλοκόπησαν, τον έδεσαν πίσω από ένα μοσχάρι, το
οποίο είχαν κλέψει προηγουμένως και τον έσυραν στο μισό χωριό. Τέλος τον
ξαναγύρισαν στο σημείο σε ημιθανής κατάσταση και τον εκτέλεσαν.
Η Κατερίνα
Κιουρτσίδου την ώρα που περνούσαν οι αντάρτες και έβλεπε το μακελειό που
προξενούν, αναγνώρισε έναν από αυτούς, που ήταν από άλλο χωριό, επειδή όταν
ήταν μικρός ερχόταν και έπαιζε στην αυλή της. Τον φώναξε με το όνομα του
(Πέτρος) και τον ρώτησε γιατί τους καταστρέφουν το χωριό. Εκείνος μόλις
κατάλαβε ότι έγινε αντιληπτός, την έπιασε αιχμάλωτη, έβαλε φωτιά στο σπίτι, σε
συνεργασία με άλλους, την μαχαίρωσαν 2 φορές στα σημεία των ζωτικών οργάνων και
την έσπρωξαν στη φωτιά, καίγοντας την ζωντανή.
Ο Θανάσης
Ιωαννίδης ενώ ήταν μικρός ηλικιακά είχε μείνει χήρος. Βλέποντας και αυτός
με τη σειρά του τις φωτιές και ακούγοντας τα ουρλιαχτά, έκανε ένα μοιραίο για
αυτόν λάθος. Μαζί με τον (μάλλον Γεώργιο) Σανξαρίδη έβγαλαν έξω τα
χάμουρα (προστατευτικό είδος για το κεφάλι των αλόγων και των γαϊδάρων) για να
μην καούν. Οι αντάρτες τους έπιασαν, τους έδεσαν με αυτά στο λαιμό και αφού
τους βασάνισαν, τους εκτέλεσαν εκεί μπροστά.
Η Σοφία
Κιουρτσίδου (επώνυμο του άντρα), γυρνούσε και αυτή σπίτι της για να φύγουν με
τον άντρα της Χαράλαμπο, ο οποίος ήταν ο δάσκαλος του χωριού, ίσως και
σωθούν. Την βρήκαν οι αντάρτες τυχαίως, παρόλο που προσπάθησε να κρυφτεί και
της επέβαλαν να τους ακολουθήσει, σαφώς για να προβούν σε καταδικαστέες πράξεις
εις βάρος της. Αυτή σε μια απέλπιδα προσπάθεια, έτρεξε για να γλυτώσει, αλλά
στην αυλή του σπιτιού της, συνάντησε άλλους αντάρτες οι οποίοι την
εκτέλεσαν.
Ο
πατέρας (Δημήτριος;) Λαφαζανίδης μαζί με τον μικρό του γιο Κωνσταντίνο
Λαφαζανίδη, πήγαν σπίτι τρέχοντας φοβισμένοι και βρήκαν όλες τους τις οικιακές
συσκευές στην αυλή και στο σημείο ήταν περίπου 30 αντάρτες. Στην αρχή πήραν
μαζί τους τον πατέρα του Κώστα, αλλά ο ίδιος τον αγκάλιαζε και παρακαλούσε τους
αντάρτες να μην τον πάρουν. Τελικώς πήραν και τους δύο. Έφεραν μαζί τους και
έναν με παρατσούκλι Πλαστήρα (μάλλον Ρακόπουλος), εμφανώς χτυπημένο.
Τους κράτησαν εκεί και τους απειλούσαν με τα όπλα να ενταχθούν στο ΕΑΜ. Μετά
από λίγη ώρα κάποιοι άλλοι αντάρτες έφεραν όμηρο και τον Πρόδρομο
Χατζηκυριάκο. Τους έδεσαν με καλώδια, τους γύμνωσαν και τους μετέφεραν στο
Γραμματικό. Εκεί τους βασάνισαν μέχρι θανάτου.
Ο Κωνσταντίνος
Κιουρτσίδης πατέρας 5 παιδιών, ενώ έλειπε από το σπίτι, γύρισε για να δει μήπως
και το δικό του καταστράφηκε. Φτάνοντας είδε έναν αντάρτη να του λύνει τα ζώα,
από τον αχυρώνα και 6 ακόμα να είναι τριγύρω. Πήγε και τους ρώτησε γιατί του
παίρνουν τα ζώα. Αυτοί σε μια σύντομη συζήτηση που είχαν, κατάλαβαν ότι είναι ο
νοικοκύρης του σπιτιού. Απείλησαν πως αν δεν δώσει όλα του τα ζώα και το κάρο
θα του φυτέψουν σφαίρα, με τον ίδιο να δηλώνει πως δεν μπορεί αλλά τους
πρόσφερε φαγητό αν πεινούσανε. Οι αντάρτες τρελαμένοι τον χτύπησαν με μανία,
του έσκισαν τα ρούχα, τον έσυραν και τέλος τον εκτέλεσαν λίγο δίπλα από το
σπίτι, πετώντας τον μέσα σε κοπριές έως ότου ξεψυχήσει. Η σφαίρα δεν τον
αποτελείωσε αμέσως αλλά η βάρβαρη δολοφονία του τερματίστηκε 3 ώρες αργότερα.
(Ενώ δεν είναι βέβαιο ότι το αριστερό του μάτι χάθηκε μετά τον πυροβολισμό,
καθώς μια μαρτυρία γυναίκας ανέφερε ότι του το αφαίρεσαν με αιχμηρό
αντικείμενο). Στη συνέχεια μπήκαν στο σπίτι του, καταληστεύοντας όλες τις
οικιακές συσκευές, έπειτα πήγαν στον αχυρώνα, κλέβοντας όλα τα ζώα και τέλος
έκαψαν και το σπίτι.
Εκείνη τη
μέρα κάηκε και η οικία του Ιωάννη Σπυρόπουλου (φιλικές σχέσεις με
ΕΑΜ), αδερφού του πρώην κοινοτάρχη των Κομνηνών, που λίγους μήνες νωρίτερα, οι
ΕΛΑΣίτες τον είχαν παιδεύσει και απειλήσει, πριν τον πιάσουν οι χωρικοί του
Πελαργού. Αυτή είναι και η τρανή απόδειξη του τι συνέβη πραγματικά εκείνο το
βράδυ.
Η θηριωδία
που προξένησε το ΕΑΜ και οι αντάρτες του, στα Κομνηνά, ήταν τεράστια. Αρκεί να
σκεφτεί κανείς, ότι φιλοεαμικές απολογίες για τις υλικές ζημιές, μετά την
καταστροφή στο χωριό, κάνουν λόγο για καμένες οικίες άνω του 1/5 των
συνολικών του χωριού. Χαρακτηριστικό είναι πως στις 2 Μαρτίου του 1944, 42
κάτοχοι καμένων οικιών, ζήτησαν αποζημίωση μέσω της κοινότητας. Έσφαξαν και
εκτέλεσαν αθώο κόσμο το βράδυ, στα κρυφά, χωρίς ‘’λαϊκό δικαστήριο’’ και
χωρίς να φέρουν κατηγορίες. Μόνο αδίστακτοι εγκληματίες του κοινού ποινικού
δικαίου θα μπορούσαν να ήταν και όχι ‘’απελευθερωτές αντάρτες’’. Ο λόγος ήταν
απλός και ονομάζεται πλιάτσικο. Πείτε μας λοιπόν και εμάς, ποιες ήταν οι
κατηγορίες που βάρυναν τον άμαχο χωρικό πληθυσμό και από ποιους κατηγορήθηκαν.
Το τραγικότερο ήταν κατά την αποχώρηση τους, καθώς οι αντάρτες μπροστά στα
μάτια των κλαμένων παιδιών, τραγουδούσαν ρυθμικά "2 κάπα και ένα ε κάνουνε
το κκε".
Ο αριθμός
των θυμάτων από την κομμουνιστική θηριωδία εκείνης της νύχτας του Φεβρουαρίου
μετράει μερικές δεκάδες. Οι ίδιοι οι αντάρτες που ανέφεραν το συμβάν, γράφουν
στον τύπο τους ‘’Σμόλικας’’ ότι τα Κομνηνά μετά το χτύπημα, μετρούν απώλειες
που αγγίζουν τους 50 νεκρούς. Το Υπουργείο των Εσωτερικών, στο φάκελο
∆ελτίον αδικημάτων, αναφέρει 24 ονόματα που είναι αναγνωρισμένα και
καταχωρημένα ως ‘’εκτελεσθέντες υπό των ελασιτών’’ εκείνης της μέρας στα
Κομνηνά, όμως αναφέρει ότι ο αριθμός των νεκρών είναι ελλιπής. Μαρτυρίες
ντόπιων της περιοχής, συγκλίνουν στους 32-37. Ίσως κάποιοι να βάζουν και
κάποιες εκτελέσεις σε 2 πηγάδια που είχαν φτιάξει κάποιοι Κομνηνιώτες, έξω
ακριβώς από το χωριό, στο δρόμο για το Μεσόβουνο. Τέλος η εφημερίδα Μακεδονική
Αλληλεγγύη που τυπωνόταν στον Πεντάλοφο, ανέφερε 41 νεκρούς ‘’αντιδραστικούς’’
στα Κομνηνά Πτολεμαΐδος. Το σίγουρο είναι ότι εκτελέστηκαν και σφαγιάστηκαν
άνθρωποι όλων των ηλικιών.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ
ΤΩΝ ΧΩΡΙΚΩΝ
Από το
ξημέρωμα της επόμενης μέρας, ήταν εμφανείς οι καταστροφές σε ολόκληρο το χωριό.
Ιδιωτικά οικήματα, κάρα, ζώα, οικιακές συσκευές, χωράφια και κόποι μιας ολόκληρης
ζωής και φυσικά ανθρώπινες ζωές, χάθηκαν στο βωμό της κυριαρχίας του
σφυροδρέπανου. Ενός συμβόλου που εξαιτίας του, δεινοπάθησαν πολλά χωριά της
Μακεδονίας. Τα Κομνηνά τότε οπλίστηκαν και τοποθέτησαν ένα πολυβόλο, στην άκρη
του χωριού, το οποίο πυροβολούσε ανά χρονικά διαστήματα, ώστε να μην ξανά
πλησιάσουν οι αντάρτες. Επίσης πολλοί ήταν αυτοί που ζήτησαν όπλα από τους
Γερμανούς, όχι επειδή είχαν κάποια γνώση περί τίνος πρόκειται η ιδεολογία των
Γερμανών, αλλά για να προστατευτούν. Φοβισμένοι και τρομοκρατημένοι χωρικοί
ήταν και δεν ήθελαν να έχουν την ίδια κατάληξη με τους αδικοχαμένους συγγενείς
τους, τόσο οι ίδιοι, όσο και οι υπόλοιποι χωριανοί. Στα μάτια τους οι
κομμουνιστές και το ΕΑΜ έγινε πιο μισητός εχθρός και από τους ίδιους τους
Γερμανούς. Βέβαια αυτοί οι αντικομμουνιστές οπλίτες, με τις γνωστές κατηγορίες
περί ‘’δοσίλογος’’ κατέληξαν σφαγμένοι μέσα σε πηγάδια, χαράδρες, βάλτους και
πλαγιές βουνών…

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Στα τέλη του
χειμώνα του 43 και τους πρώτους μήνες του 44, οι αντάρτες χρειάζονταν χιλιάδες
οκάδες τροφή και θέλησαν να την πάρουν με ή χωρίς πληρωμή από τα πεδινά χωριά.
Επίσης έπρεπε ο πληθυσμός των ορεινών χωριών να αντιμετωπίσει τους ενόπλους
εισβολείς κομμουνιστές, ως απελευθερωτές, με το μέσο των σφαγών, δεχόμενοι
άπαντες τα κομμουνιστικά σχέδια του ΕΑΜ. Για αυτό και επιτέθηκαν στον Πελαργό,
τα Λεύκαρα, τη Σκάφη, την Κάτω Κώμη, τα Πετρανά, τα Κομνηνά, το Ρυάκι, το
Μανιάκι, τον Άγιο Δημήτριο κ.α. Λίγο αργότερα σκότωσαν ένα Γερμανό χειρούργο
κοντά στο Βατερό με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να εκτελέσουν δεκάδες αθώους και να
αιχμαλωτίσουν όλους τους άνδρες των Καραγιαννίων. Οι τελευταίοι για να
ελευθερωθούν αναγκάστηκαν να οπλιστούν με τα δικά τους όπλα, φυλάγοντας τα
χωριά τους από τις επισκέψεις των ανταρτών που ζητούσαν τροφές και λεφτά,
επισκέψεις που προκαλούσαν αντίποινα εκ μέρους των Γερμανών. Όποιο χωριό
βρισκόταν σε δημόσιο δρόμο και κοντά σε γερμανικές φρουρές, για να μην
καταστραφεί έπρεπε ή να οπλιστεί εναντίον των ανταρτών ή να μείνει ουδέτερο,
αλλά την ουδετερότητα οι αντάρτες τη θεωρούσαν έχθρα. Έτσι δεν είναι δύσκολο να
κατανοήσει κανείς ότι οι οπλίτες πήραν όπλα για να υπερασπίσουν τα γεννήματά
τους και τη ζωή τους άμεσα από τους αντάρτες κι έμμεσα από τους Γερμανούς, κι
όχι επειδή δεν αγαπούσαν την πατρίδα τους. Άραγε πόσο πατριώτες ήταν οι
αντάρτες, που τις περισσότερες σφαίρες τους τις είχαν ξοδέψει εναντίον Ελλήνων
κι όχι κατά των κατακτητών; Και που μάλιστα οι πολιτικοί τους καθοδηγητές ήθελαν
την αυτονομία της Μακεδονίας; Νομίζει ακόμη κανείς ότι το δίπολο πατριωτισμός –
προδοσία ισχύει;
Αυτό ήταν το
ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, μια κομμουνιστική οργάνωση, με κατά τόπους εγκλήματα διαστροφής και
ατιμώρητες ιστορίες φρίκης. Μια οργάνωση και έναν στρατό που ρήμαξε και
ξεκλήρισε τα ορεινά χωριά, αλλά κάποιοι από τις πόλεις και τα πεδινά χωριά του
κάμπου, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Κάποιοι άνθρωποι έζησαν στο «πετσί» τους
το αντάρτικο και τον ‘’ηρωισμό’’ αυτής της οργάνωσης. Από κάτι τέτοιες ιστορίες
πλιάτσικου βέβαια, έχουν μείνει στη συνείδηση πολλών, ως κατσαπλιάδες…
ΑΘΑΝΑΤΟΙ
ΑΘΩΟΙ ΚΟΜΝΙΝΙΩΤΕΣ
Λεωνίδας
Κιουρτσίδης
Ιστοριογράφος
- Ερευνητής
ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κολιόπουλος,
Λεηλασία, ό.π., τ. Α΄, σ. 297
∆Κ,
Ληξιαρχείο Κοµνηνών, ΛΠΘ 60/1946
∆Κ,
Ληξιαρχείο Κοµνηνών, ΛΠΘ 37/1944
∆ηµήτριος
Κιουρτσίδης, συνέντευξη το 2004
Λεωνίδας
Κιουρτσίδης, συνέντευξη 2023
Μαρτυρίες
τριών χωρικών που ζήτησαν να παραμείνουν ανώνυμοι, 2024
Ανώνυμος,
«Από τη δράση του 2/16 τάγματος του ΕΛΑΣ», Εθνική Αντίσταση 82 (1994) 69-72
Μακεδονική
Αλληλεγγύη (20.2.44)
∆ΙΑΥΕ, ΚΑΤΚΥ
1943 –44, Φ. 2.2, Υπουργείο των Εσωτερικών, ∆ελτίον αδικηµάτων και συµβάντων
24-26.11.44
Σµόλικας
(30.3.44)
∆Κ,
Ληξιαρχείο Κοµνηνών, ΛΠΘ 39-45/1944, 50-2/1945 και ΕΕ, Εκθέσεις 39-43, 433/1945
ΠΚ, Ε∆∆Κ,
δίκη 273/1945, φαίνεται διότι οι αντάρτες ενήργησαν πάλι ανοργάνωτα. Κάηκε τότε
το 1/5 των οικιών του χωριού, βλ. Καταστραφείσαι πόλεις, ό.π., σ. 60
ΙΑΜ/ Γ∆∆Μ,
Φ. 1/3/6, ∆ήλωσις ζηµιών από ΕΛΑΣ, Γ. Νικηφορίδης, Στρατόπεδο Κοζάνης
Είχαν επίσης
προηγηθεί οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ εναντίον του Πελαργού, της Σκάφης, των
Λευκάρων, της Άνω και Κάτω Κώµης και των Κοµνηνών Επαρχιακή Φωνή
(8.12.93)
Τότε κάηκε
και η οικία του Ιωάννη Σπυρόπουλου, αδελφού του πρώην κοινοτάρχη, βλ. ΠΚ, Ε∆∆Κ,
δίκη 273/1945
1/6,
∆ηλώσεις ζηµιών προξενηθείσες υπό του ΕΛΑΣ εις κοινότητας Κοµνηνού, Αναράχης
1945
1/8,
∆ηλώσεις ζηµιών εκ πολέµου, ζηµιές προξενηθείσες υπό του ΕΛΑΣ της περιφερείας
Εορδαίας 1945
Βικιπαίδεια - Κομνηνά Κοζάνης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου